Η φτώχεια της τάξης.

 

Υπάρχουν πολλοί που θυμούνται την παιδική ηλικία ή την εφηβεία τους με συγκίνηση, γι αυτό και γράφουν κείμενα όλο νοσταλγία για τις "παλιές καλές μέρες". Εγώ δεν είμαι από αυτούς κι ούτε καταλαβαίνω τι λένε. Αυτό που θυμάμαι περισσότερο από την παιδική κι εφηβική μου ηλικία είναι η φτώχεια. Θα μπορούσε να έχει σβηστεί, αφού πέρασαν τόσα χρόνια από τότε κι η ατομική μου οικονομική  κατάσταση άλλαξε. Δυστυχώς, δεν γίνεται. Η φτώχεια της οικογενείας μου και του υπόλοιπου κύκλου μου, επεμβαίνει στο δικό μου καλύτερο παρόν και δημιουργεί μαύρες σελίδες,  ακριβώς σαν να μην ξέφυγα ποτέ από όλα αυτά, όπως π.χ. αυτήν:

Οταν ήμουν μικρή, η αγαπημένη διασκέδαση της οικογενείας μου ήταν  ο κινηματογράφος κάθε Σάββατο βράδυ κι η βόλτα στην Ακρόπολη με περαντζάδα στο Μοναστηράκι κάθε Κυριακή πρωί. Στην αρχή τα χρήματα των γονιών μου έφταναν μόνο για εισιτήρια και μια πορτοκαλάδα στον καθένα μας. Καθώς πήγα στο Γυμνάσιο κι η μητέρα μου άρχισε να δουλεύει για τον εαυτό της, τα οικονομικά μας άλλαξαν. Η μαμά μου μπορούσε την Κυριακή να μου αγοράζει από το Γιουσουρούμ κάποιο παλιό περιοδικό του 1920-1960 που ήταν τα αγαπημένα μου- ή μια φωτογραφία του κινηματογράφου. Οι φωτογραφίες αυτές ήταν διαφημιστικές των φιλμ, αυτές που έμπαιναν στα πλαίσια με το τζάμι στους κινηματογράφους κι έδειχναν σκηνές της ταινίας. Ήταν αληθινές φωτογραφίες, σε χαρτί φωτογραφικό, ιλουστρασιόν και μερικές φορές είχαν πίσω τους ένα χαρτί κολλημένο με δημοσιογραφικές πληροφορίες γραμμένες σε γραφομηχανή,  έγραφαν π.χ "Cartouche, 1962, directeur Philippe de Broca, Jean Paul Belmondo, Claudia Cardinale" κλπ. 

Στην αρχή έβαζα τις φωτογραφίες του κινηματογράφου σε ένα φάκελο. Όταν έγιναν πιο πολλές, σε ένα χαρτοφύλακα που αγόρασα γι αυτήν την δουλειά. Κάποια στιγμή, από γειτόνισσα που παντρεύτηκε εξοικονόμησα ένα σκληρό κουτί από νυφικό κουβερ λι της Πειραϊκής Πατραϊκής. Το κουτί ήταν κίτρινο λεμονί, πολύ σκληρό, με πλαστικοποιημένο χαρτί ως περίβλημα κι οι φωτογραφίες μου ήταν απολύτως προστατευμένες από φως, ήλιο, υγρασία κλπ -είπαμε ότι ήταν αληθινές φωτογραφίες, αντίγραφα από τις πρωτότυπες, γι αυτό κινδύνευαν από όλα τα στοιχεία της φύσεως. Το κουτί αυτό τοποθετήθηκε πάνω στην παιδική μου βιβλιοθήκη, γιατί δεν χωρούσε πουθενά αλλού. Το 1/3 του πετούσε στο κενό πάνω από το κεφάλι μας, αλλά ήταν αρκετά βαρύ για να μένει στην θέση του.
 
Έως ότου να παντρευτώ και να φύγω από το πατρικό μου είχα μαζέψει πάνω από 1500 φωτογραφίες κινηματογράφου. Το κόσμημα της συλλογής μου ήταν αυτή η φωτογραφία εδώ, από φιλμ που τότε δεν είχα δει αλλά μόνη της ήταν ένα έργο τέχνης. Έγραφε πίσω της "Ikiru, Akira Kurosawa", τίποτα άλλο. 
Λοιπόν, κοιτούσα την φωτογραφία κι ονειρευόμουν τη μέρα που επιτέλους θα δω την ταινία. Έλεγα μέσα μου ότι ακόμα κι αν ποτέ δεν την ξαναδείξουν στην Ελλάδα (την είχαν προβάλει στην δεκαετία του 1950), εγώ θα μεγάλωνα, θα έβρισκα μια καλή δουλειά, θα αγόραζα δική μου μηχανή προβολής, ταινίες και θα έβλεπα σε ένα δωμάτιο στο σπίτι μου αυτήν την ταινία και άλλες που ήταν αγαπημένες μου.  
 
Έφτασε η μέρα που παντρεύτηκα. Καλός άντρας, καλή δουλειά,  δικό μου σπιτικό. Στο καινούργιο σπίτι δεν πήρα τίποτα εκτός από τα ρούχα μου και μερικά βιβλία, τα καλά μου. Από το πιο μικρό κουταλάκι έως το σφουγγάρι του μπάνιου ήταν όλα καινούργια κι αχρησιμοποίητα. Ήταν επίσης, όλα τακτοποιημένα σε ράφια και συρτάρια. Δεν υπήρχε κανένα περιθώριο στο ωραίο, τριζάτο, καθαρό μου σπίτι για παλιόκουτα και σαχλοπράγματα. Άφησα τις φωτογραφίες και τα περιοδικά μου  (που ήταν στιβαγμένα σε κουτιά ΝΟΥΝΟΥ στο πάτωμα, δίπλα από την βιβλιοθήκη μου), στο πατρικό μου, προσωρινά. Το σχέδιό μου ήταν να αγοράσω σκληρά κουτιά κατάλληλων διαστάσεων που να χωράνε στην καινούργια καλή βιβλιοθήκη και τότε να χωρίσω τα περιοδικά ανά έτος κυκλοφορίας και τις φωτογραφίες ανά κράτος παραγωγής και να τα φυλάξω όλα, όπως τους αξίζει. Αυτό ήταν ένα σημαντικό έξοδο, χρειαζόμουν πολλά κουτιά.
Η μητέρα μου όμως δεν μπορούσε να περιμένει μήνες ώσπου να μαζέψω εγώ τα απαραίτητα χρήματα, είχε χρόνια που τα έβλεπε όλα αυτά μέσα στην τραπεζαρία και τα σιχαινόταν, τα αποκαλούσε "ατσαλιά" δηλαδή ανακάτεμα.  Πήρε τα κουτιά και τα έχωσε κάτω από το κρεβάτι της, να χαθούν από το οπτικό της πεδίο. 
 
Παντρεύτηκα ένα Σάββατο Νοεμβρίου. Λίγες μέρες μετά η μαμά μου τηλεφώνησε και μου είπε ότι οι φωτογραφίες μου χάλασαν. Το βράδυ της Τρίτης είχε βρέξει. Το επόμενο πρωί η μαμά μου κατάλαβε πως το νερό της βροχής είχε μπει από το παράθυρο, κύλησε κάτω από το κρεβάτι, έφτασε το κουτί με τις φωτογραφίες, το περικύκλωσε και μπήκε μέσα του. Κανείς δεν σκέφτηκε να κάνει κάτι, διότι ποτέ κανείς δεν έκανε κάτι να σταματήσει την βροχή που έμπαινε από το λιωμένο παράθυρο. Έμπαινε, κυλούσε, σταματούσε  στο κουρέλι, το πρωί βγάζαμε το κουρέλι να στεγνώσει και παίρναμε τα νερά με την σφουγγαρίστρα. Αυτό δεν ήταν πολύ τρομερό, γιατί είχαμε περάσει και χρόνια που το νερό έσταζε από τα κεραμίδια και βάζαμε κουβάδες στο πάτωμα, να το μαζέψουμε.

Πήγα στο πατρικό μου, να δω η ίδια το κουτί. Είχαν μείνει στεγνές οι πάνω φωτογραφίες, όλες οι κάτω είχαν κολλήσει μεταξύ τους, είχαν ήδη κατσαρώσει, τα χρώματα από την μία κόλλησαν στην άλλη κλπ. Το Ikiru ήταν η κάτω-κάτω, εκεί που νόμιζα πως αν την βάλω θα την προστατέψω από τα πάντα. Δεν είχε μείνει τίποτα από την φωτογραφία, το χαρτί είχε σχεδόν λιώσει από το νερό. Πήρα το κουτί στα χέρια μου, κατέβηκα τα σκαλιά, πήγα στον κάδο της γωνίας και το πέταξα ολόκληρο, να το ξεχάσω τελείως. Εκατοντάδες μέρες που ονειρεύτηκα με την κάθε φωτογραφία, ποιήματα που έγραψα, όνειρα που έκανα, όλα πήγαν στα σκουπίδια, απότομα και με την βία.  

Δεν ξέχασα αυτήν την μέρα ποτέ, ούτε θα την ξεχάσω. Η φτώχεια που την προκάλεσε συνοψίζει την δική μου εντύπωση από τα "παλιά καλά χρόνια" που λένε ορισμένοι. Δεν θέλω ποτέ να γυρίσουν, δεν θέλω κανείς να τα ζήσει. 
 
Υπάρχει κανένα μήνυμα σε αυτήν την ιστορία ή είναι απλώς μια θλιβερή αφήγηση για ένα πολύ ιδιωτικό περιστατικό που κανείς δεν καταλαβαίνει, γιατί κανείς δεν το έχει ζήσει; Ναι, υπάρχει μήνυμα. Όσοι έχουμε γεννηθεί στην φτώχεια, δεν μπορούμε να σωθούμε από αυτήν ατομικά. Το ζήτημα είναι ταξικό. Ό,τι κι αν γίνει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, η φτώχεια της οικογενείας μας και των υπολοίπων της τάξης μας, θα μας βρει και θα μας ξαναχτυπήσει. Πρέπει να σωθούμε όλοι μαζί, αλλιώς δεν μπορεί να σωθεί κανείς μας.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ή ΑΦΟΡΑ ΤΟΝ;

ΕΝΑΣ ΑΝΤΡΑΣ ΜΕ ΠΟΛΥ ΚΑΚΟ ΣΤΟΧΟ

AN UNSOLICITED DICK-PICK