Τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα (Ο πολύφερνος γαμπρός)


Γνώρισα τον Σπύρο στα 23 του, φοιτητή στο τελευταίο έτος της Αρχιτεκτονικής. Η έλξη μεταξύ μας ήταν άμεση. Ηταν ένας φανταστικός τύπος, αντιεξουσιαστής, καλλιεργημένος, προοδευτικός ειρηνικός και ήπιος. Δεν μιλούσε σχεδόν καθόλου για τον εαυτό του, μιλούσε όμως για την οικογένειά του, για τον μεγάλο του αδερφό που παρατρίχα να μην τελειώσει την Ιατρική διότι η κοπελιά του έμεινε έγκυος και επειδή είχε κάνει 4 εκτρώσεις αναγκάστηκε να την παντρευτεί και να μετακομίσει 2 χρόνια στην γκαρσονιέρα δίπλα από τους δικούς του (όσο ήταν στον στρατό), για τον μικρό του αδερφό που κι αυτός έμπλεξε μαθητής στο Λύκειο, αλλά ευτυχώς η κοπέλα ήταν έναν χρόνο μεγαλύτερη και "καθάρισε" η μάνα τους απειλώντας την με μήνυση για αποπλάνηση ανηλίκου, ώστε τελικά ούτε την έκτρωση να μην πληρώσουν, κλπ. 

Δυο μήνες μετά την γνωριμία μας κι ενώ ετοιμαζόμουν να περάσω ένα φανταστικό Αύγουστο όπου θα κάναμε ό,τι θέλαμε γιατί θα είχαμε το σπίτι δικό μας, στις 1 Αυγούστου ακριβώς κι ενω το πρωί οι γονείς κι ο μικρός αδερφός του Σπύρου έφευγαν για ένα μήνα στο χωριό, ο Σπύρος ανεβαίνοντας στο παπί, γλίστρησε, έγειρε στο πλάι, το παπί τον πλάκωσε και έσπασε το πόδι του. Οι φίλοι του τον πήγαν στο ΚΑΤ, εκεί του έβαλαν γύψο και τον μετέφεραν ξανά στο σπίτι. Στο σπίτι τον βρήκα εγώ πηγαίνοντας στο ραντεβού μας στις 8.00 το βράδυ. 

Ηταν σε μαύρο χάλι, δυστυχισμένος και πονεμένος, δεν είχε όμως σκοπό να τηλεφωνήσει στους γονείς του και να τους ενημερώσει ώστε να γυρίσουν, γιατί το παπάκι το πήραν εκείνοι αφού τους παρακαλούσε 6 μήνες  και δεν ήθελε να μάθουν τίποτα. Τον ρώτησα τι μπορώ να κάνω και μου είπε να πάω να πάρω σουβλάκια, να φάει. Πεινούσε. Εκείνον τον καιρό δεν υπήρχε ντελίβερι. Το σουβλατζιδικό ήταν δυο χιλιόμετρα μακριά, γι αυτό κοίταξα τι υπήρχε το ψυγείο που να μαγειρεύεται. Ευτυχώς, οι άνθρωποι ήταν καταναλωτές, είχαν μισό σούπερ μάρκετ πράγματα στο General electric ψυγείο τους και τα ντουλάπια. Έφτιαξα μακαρόνια με σάλτσα και καθίσαμε να δούμε βιντεοταινία. Καθώς τρώγαμε, τον έπιασα και διαπίστωσα πως κόλλαγε από πολλαπλά στρώματα ιδρώτα που είχαν στεγνωσει πάνω του. Του το είπα και απάντησε πως το ξέρει, αλλά το μπάνιο θα ήταν πρόβλημα τώρα γιατί δεν έπρεπε να βρεξει τον γύψο. Έκανα ένα γύρο στο σπίτι και τελικά επινόησα ένα σχέδιο δράσης για να πλυθεί. Το σχέδιο ήταν πολύπλοκο και περιλάμβανε κι εμένα.

Βάλαμε μια πολυθρόνα πλαστική μπροστά στην μπανιέρα, πετσέτες ρολό στην πόρτα και γύρω από το πλυντήριο, εγώ μπήκα μέσα στην μπανιέρα, ο Σπύρος κάθισε στην πολυθρόνα, το πόδι σε σκαμπό ψηλότερα από τον γοφό του, τον έπλυνα, βγήκα, σφουγγάρισα τα πολλά νερά από το πάτωμα, άπλωσα μια πετσέτα παραλίας πάνω στα πλακάκια για να πατήσει και να βγει χωρίς να γλιστρήσει, και μετά έπλυνα στο χέρι τις πετσέτες και τις άπλωσα για να στεγνώσουν ως το επόμενο βράδυ. Με λίγα λόγια το πλύσιμο ήταν 10 λεπτά και το υπόλοιπο  άλλα 50 λεπτά. Όταν τελειώσαμε η ώρα ήταν μία, εγώ ήμουν κατάκοπη κι έπρεπε να πάω στο σπίτι μου περπατώντας. Ο Σπύρος με ευχαρίστησε καμιά δεκαριά φορές. Του είπα να μην ανησυχεί, σιγά το πράγμα. θα ερχόμουν πάλι αύριο. 

Ετσι έγινε. Πέρασα όλον τον Αύγουστο κάνοντας τα ίδια πράγματα κάθε μέρα, από τις 8 το βράδυ έως τις 1.00. Δεν με πείραζε, ήταν κουραστικό αλλά ήταν αβοήθητος. Στις 31 Αυγούστου επέστρεψαν οι δικοί του και δεν τον είδα. Στις 3 Σεπτεμβρίου πήγε να του βγάλουν τον γύψο. Είχαμε ραντεβού το βράδυ, στην καφετέρια. Ηρθε στην ώρα του, μου έδωσε ενα ψόφιο φιλί και κάθισε. Τον ρώτησα τι είπαν οι δικοί του για την περιπέτεια. Περίμενα να τον έχουν μαλώσει αυστηρά και να έχουν πει μια καλή κουβέντα για την συνεισφορά μου, αλλά έκανα λάθος. Η μάνα του τού είπε να με προσέχει γιατί προσπαθούσα να τον τυλίξω. Τον ρώτησα τι απάντησε. 
-Τίποτα, παλιά μυαλά...
Έκανε μια μικρή παύση.
- Προσπαθείς; με ρώτησε.
- Τι πράγμα; ρώτησα.
- Να, αυτές τις μέρες φάνηκες πολύ διαφορετική, πολύ περιποιητική, σαν σύζυγος. Με εξέπληξες, μου είπε.
- Δεν ήσουν έκπληκτος μέχρι να σου πει η μάνα σου πως προσπαθώ να σε τυλίξω, ήσουν ευγνώμων, του απάντησα.
Εβαλε τα χέρια του μέσα στο κεφάλι του, έτριψε τα μαλλιά,, το πρόσωπό του.
- Είμαι ηλίθιος, δεν ξέρω τι λέω, συγνώμη. Μπορούμε να το ξεχάσουμε; Έχουν συμβεί πολλά στην οικογένειά μου, ο ένας αδερφός μου, ο άλλος, θόλωσε η κρίση μου...
Δυστυχώς για εμένα, δέχτηκα να το ξεχάσουμε

Τον επόμενο καιρό, ο Σπύρος φερόταν όπως πριν όμως κάθε τρεις και τόσο, κυρίως όταν τον μάλωνα για κάτι π.χ. "βάλε το μπουφάν σου, θα κρυώσεις" ή "αν πιείς κι άλλο ποτό δεν θα με πας στο σπίτι με το παπί, θα πάω περπατώντας", μου απαντούσε ειρωνικά "μην κάνεις σαν γκρινιάρα σύζυγος", ή "ο κόσμος θα νομίζει πως είμαστε παντρεμένοι". Προσπαθούσα να εντοπίσω εάν αυτά τα έλεγε και πριν κι εγώ δεν τα πρόσεχα, ή αν τα ξεκίνησε από τότε που του είπε η μάνα του πως προσπαθώ να τον τυλίξω. Παρατήρησα πως τις ίδιες παρατηρήσεις τις δεχόταν με ευκολία από τους φίλους του. Όσο περνούσε ο καιρός κατέληγα στο συμπέρασμα πως το μυαλό του στοίχειωνε η σκέψη πως οι γυναίκες προσπαθούν να βρουν έναν άντρα να βολευτούν, κι αυτό δηλητηρίαζε την δική μας σχέση γιατί δεν μου επέτρεπε να είμαι τόσο περιποιητική κι εκδηλωτική όσο θα ήθελα. Επιπλέον κάθε φορά που μου έλεγε κάτι από όλα αυτα, αισθανόμουν πολύ αδικημένη και προσβεβλημένη, γι αυτό ο ίδιος ο Σπύρος μου άρεσε όλο και λιγότερο. 

Τελικά στην γιορτή του με κάλεσε στο σπίτι για φαγητό με όλη την οικογένεια, και (λάθος μεγάλο) πήγα. Στο τραπέζι η μάνα του κι οι θείες του έκαναν συνέχεια αναφορές σε άντρες της οικογενείας που κακόπεσαν γιατί έμπλεξαν με γυναίκες πολύ καπάτσες, καταφερτζούδες, κωλοπετσωμένες, αλλά κυρίως πολύ κατώτερες των αντρών. Ο Σπύρος σε όλα αυτά τα σχόλια συμφωνούσε και επαύξανε. Ξαφνικά είδα στην άκρη στο στόμα του λίγη σάλτσα και την σκούπισα με μια χαρτοπετσέτα. Μπροστά σε όλον τον κόσμο μου είπε "μην το κάνεις αυτό, δεν είσαι η γυναίκα μου". Αυτή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. 
- Δεν είμαι η γυναίκα σου και δεν είναι στις προθέσεις μου να γίνω. Είσαι ο τελευταίος άντρας στην Γη που θα παντρευόμουν, του είπα.
Έπεσε νεκρική σιγή. Όλοι τον κοίταζαν. 
- Αλήθεια; Ο κόσμος λέει πως είμαι πολύφερνος γαμπρός, σκέτο κελεπούρι,  με ειρωνεύτηκε. 
- Σοβαρά; Ποιός κόσμος; Άκουσες γυναίκα να το λέει - εκτός από την μάνα σου δηλαδή που δεν μετράει η γνώμη της- ή λέτε μεταξύ σας βλακείες εσείς του σογιού και τις πιστεύετε; Δεν υπάρχει πολύφερνος γαμπρός που θα λείπει για δουλειά ως τις 10.00 το βράδυ κάθε μέρα, ίσως και σε ταξίδια σε άλλες πόλεις, αφήνοντας την γυναίκα μόνη της με τα παιδιά συνέχεια, από την μέρα του γάμου έως και την σύνταξή του. Μόνο μια ηλίθια θα θεωρούσε αυτόν τον άντρα κελεπούρι κι εγώ δεν είμαι ηλίθια. Θέλω να ζήσω, όχι να θαφτώ σε μια μαιζονέτα, δείχνοντας το πλαστικό γρασίδι ολόγυρα. 
Αυτή ήταν η τελευταία μου κουβέντα. Σηκώθηκα από την καρέκλα κι έφυγα χωρίς "γειά σας", χωρίς τίποτα. 

Δεν ξαναείδα τον Σπύρο, αλλά ξέρω τι κάνει, είναι μισθωτός αρχιτέκτονας σε μεγάλη εταιρεία κι ακόμη ελεύθερος. Δεν γνωρίζω αν αυτό οφείλεται στο ότι απέφυγε αποτελεσματικά όσες ήθελαν να τον τυλίξουν, ή στο ότι δεν βρέθηκε γυναίκα με αρκετά χαμηλή αυτοεκτίμηση ώστε να τον ανεχτεί. 

(γράφει η Melusine).



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ή ΑΦΟΡΑ ΤΟΝ;

ΕΝΑΣ ΑΝΤΡΑΣ ΜΕ ΠΟΛΥ ΚΑΚΟ ΣΤΟΧΟ

AN UNSOLICITED DICK-PICK